μπατικά

μπατικά
τα специальное устройство в рыбных ездках для ловли рыбы

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "μπατικά" в других словарях:

  • μπατικός — ή, ό, θηλ. και ιά 1. (για πέτρα ή τούβλο) αυτός που τοποθετείται έτσι ώστε να καλύπτει ολόκληρο το πάχος τού τοίχου 2. (για κτίσιμο) αυτός που γίνεται με τον παραπάνω τρόπο 3. (για τοίχο) αυτός που είναι κτισμένος με τον τρόπο αυτό 4. (το ουδ.… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»